,

Βλάβες Μηνίσκων: Χρήσιμες Πληροφορίες

Βλάβες Μηνίσκων Γόνατος

Προτού παρουσιάσουμε τί περιλαμβάνουν οι βλάβες μηνίσκων, πρέπει να εξετάσουμε τη δομή του γόνατος. Οι μηνίσκοι του γόνατος είναι ινοχόνδρινοι δίσκοι σχήματος “C” οι οποίοι παρεμβάλλονται μεταξύ του μηριαίου και της κνήμης. Υπάρχουν δύο μηνίσκοι, ο έσω και ο έξω που βρίσκονται αντίστοιχα στην έσω και στην έξω πλευρά του γόνατος. Και οι δύο αυτές δομές έχουν σχήμα ημικυκλίου και προσφύονται στην εξωτερική επιφάνεια του γόνατος αντίστοιχα. Είναι ευκίνητες δομές που προσαρμόζονται στην κίνηση των αρθρικών επιφανειών.

Οι μηνίσκοι έχουν σημαντική λειτουργία στο γόνατο. Μεταξύ άλλων σταθεροποιούν την άρθρωση, εξομαλύνουν την κατανομή των φορτίσεων στον αρθρικό χόνδρο και ομαλοποιούν την κίνηση της άρθρωσης. Οι ρήξεις των μηνίσκων είναι συχνές. Είναι περισσότερο συνηθισμένες σε αθλητές και αθλούμενους. Οι άνδρες παρουσιάζουν διπλάσια συχνότητα ρήξης μηνίσκων από τις γυναίκες. Περίπου το 1/3 των ρήξεων των μηνίσκων συνοδεύονται από ρήξη του πρόσθιου χιαστού συνδέσμου.

Βλάβες Μηνίσκων: Το εύρος του προβλήματος

Εκφυλιστικές ρήξεις των μηνίσκων παρατηρούνται επίσης σε ασθενείς με οστεοαρθρίτιδα, ουρική αρθρίτιδα ή ρευματικές παθήσεις.

Τα προβλήματα από την ρήξη των μηνίσκων είναι άμεσα και μακροπρόθεσμα. Συνηθέστερα οι ασθενείς αναφέρουν πόνο στο μεσάρθριο διάστημα μεταξύ του μηριαίου και της κνήμης ή περισσότερο διάχυτο πόνο που αντανακλά στην οπίσθια επιφάνεια του γόνατος. Άμεσα, το ραγέν τμήμα του μηνίσκου παρεμποδίζει την κίνηση της άρθρωσης προκαλώντας πόνο και εμπλοκή τραυματίζοντας ταυτόχρονα και τον αρθρικό χόνδρο. Μακροπρόθεσμα, η άρθρωση του γόνατος αποσταθεροποιείται και προκαλείται η εμφάνιση αρθρίτιδας.

Η διάγνωση της ρήξης του μηνίσκου από τον ορθοπαιδικό χειρουργό γίνεται από το ιστορικό, την κλινική εξέταση και από την μαγνητική τομογραφία.

Βλάβες Μηνίσκων: Πώς αντιμετωπίζονται οι ρήξεις των μηνίσκων;

Η απόφαση για την αντιμετώπιση της ρήξης ενός μηνίσκου λαμβάνεται κυρίως από την κλινική εικόνα. Εάν η ρήξη είναι μικρή, ιδίως σε άτομα μεγαλύτερης ηλικίας και δεν προκαλεί σημαντικά ενοχλήματα μπορεί να αντιμετωπιστεί συντηρητικά, ενώ εάν είναι μεγαλύτερη ή παρουσιάζεται σε άτομα αθλητικά, μικρότερης ηλικίας η ενδείκνυται η αρθροσκοπική θεραπεία του προβλήματος. Συνηθέστερα η ρήξη του μηνίσκου θα πρέπει να αφαιρείται κατά την αρθροσκόπηση. Σε επιλεγμένες περιπτώσεις και ιδίως σε αυτές στις οποίες συνυπάρχει ρήξη του προσθίου χιαστού συνδέσμου του γόνατος ενδείκνυται η συρραφή του μηνίσκου.

Τι χειρουργικές επιλογές υπάρχουν κατά την αρθροσκόπηση του γόνατος λόγω ρήξης ενός μηνίσκου;

Ένας ασθενής που έχει υποστεί ρήξη ενός μηνίσκου είναι δυνατό να αντιμετωπιστεί με συρραφή του μηνίσκου και μερική ή ολική μηνισκεκτομή. Η απόφαση λαμβάνεται κατά την διάρκεια της επέμβασης και εξαρτάται από τον τύπο της ρήξης του μηνίσκου και από τις συνοδές κακώσεις.

Σε ποιες περιπτώσεις ενδείκνυται η συρραφή της ρήξης του μηνίσκου;

Συρραφή μίας ρήξης του μηνίσκου ενδείκνυται εάν η ρήξη αφορά στην έξω πλευρά του μηνίσκου στη θέση στην οποία συνδέεται με τον αρθρικό θύλακο. Σε αυτή την περιοχή ο μηνίσκος διαθέτει αγγείωση η οποία ευοδώνει την επούλωση. Επούλωση των ρήξεων των μηνίσκων είναι επιτυχής σε επιμήκεις ρήξεις, σε ρήξεις του έξω μηνίσκου, όταν συνυπάρχει ρήξη του ΠΧΣ και τέλος σε νεαρούς ανθρώπους.

Βλάβες Μηνίσκων: Πόσο διάστημα διαρκεί η αποκατάσταση μετά από μηνισκεκτομή;

Ο χρόνος αποκατάστασης εξαρτάται από το μέγεθος και από τη χρονιότητα της βλάβης. Σε γενικές γραμμές ο ασθενής έχει επανέλθει στις αθλητικές δραστηριότητες μετά από 3-4 εβδομάδες.

Υπάρχουν επιπλοκές κατά την αρθροσκοπική μηνισκεκτομή;

Πρακτικά οι επιπλοκές της αρθροσκόπησης είναι ανύπαρκτες όταν υπάρχει η αντίστοιχη εμπειρία.

Δημιουργούνται μακροπρόθεσμα προβλήματα από την μηνισκεκτομή;

Τα προβλήματα που δημιουργούνται είναι περισσότερα εάν παραμείνει ένας μηνίσκος που έχει υποστεί ρήξη γιατί είναι άμεση και σημαντική η φθορά του αρθρικού χόνδρου. Μακροπρόθεσμα, μετά από τη μηνισκεκτομή ο αρθρικός χόνδρος φορτίζεται περισσότερο και μετά από 15-20 χρόνια παρουσιάζει μεγαλύτερη λέπτυνση χωρίς όμως αυτό να συνοδεύεται απαραίτητα από αντίστοιχη συμπτωματολογία.